Mετάφραση Αγαθοκλής Αζέλης
Δεν πίστευα ότι θα ερχόταν ξανά η ώρα για τέτοιες προειδοποιήσεις, για το «οι καιροί ου μενετοί», για το «ποτέ ξανά» και για την προτροπή να πάρουμε «θέση». Όποιος μεγάλωσε στη δική μου γενιά (έτος γεννήσεως 1975), άκουσε τέτοια λόγια από στρατευμένους δασκάλους στο μάθημα της ιστορίας. Ακούγονταν λίγο παλιομοδίτικα, με υπερβολικά παθιασμένα, ακόμη και υστερικά. Ακούγονταν και φοβερά μπανάλ.
Πολλοί από μας ένιωθαν πολύ άνετα στην πολυθρόνα του απολιτικού. Ποιος χρειάζεται να πάρει «θέση», όταν η ζωή είναι άνετη και χωρίς αυτήν; Περί πολιτικής μπορούσε να γίνεται κουβέντα από αισθητική οπτική γωνία, όμως όχι παρακαλώ και επί του περιεχομένου.
Η κοινωνική στράτευση, την οποία είχε μέχρι κορεσμού η γενιά του ’68, ήταν πια εκτός μόδας. Πώς ακούγονταν! Και πόσο χρόνο τρώει μια τέτοια στράτευση! Χρόνος που μπορούσε κανείς να τον αξιοποιήσει για να βγάλει λεφτά και να καταναλώσει ηλεκτρονικές συσκευές. Που θα μπορούσε να περιποιηθεί το σκυλί και να προγραμματίσει τις επόμενες διακοπές.
Αυτόν τον γερμανικό λήθαργο τον τραγούδησε εξαιρετικά εύστοχα το γερμανικό γκρουπ «Τοκοτρόνικ» στο τραγούδι του «Το καινούργιο παράξενο»:
«Και μένω ξαπλωμένος στο κρεβάτι κι οφείλω να ομολογήσω
Πως έχω πολύ κέφι πάλι να γυρίσω πλευρό
Έξω, εκεί που η νύχτα με το φως της μέρας σμίγει
Φαίνεται κάτι να συμβαίνει, που κι εμένα αφορά.»
Πιθανώς οι περισσότεροι Γερμανοί δεν υπολόγιζαν να έρθουν ποτέ στη ζωή τους αντιμέτωποι με τόση σοβαρότητα που να τους αφορά και τους ίδιους.
Η ιστορία έχει δείξει ότι εκ των προτέρων δεν γνωρίζει κανείς ποτέ με ακρίβεια, πότε είναι πολύ αργά για προειδοποιήσεις. Πάντως κανείς δεν πρέπει να πει πλέον, ότι δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως τον κίνδυνο, προπάντων εμείς οι Γερμανοί. Εμείς που γεννηθήκαμε πολύ μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κληρονομήσαμε καλή και φριχτή κληρονομιά. Για την καλή μπορούμε να είμαστε ευγνώμονες. Για να μην επαναληφθεί η φρίκη, είμαστε εμείς υπεύθυνοι. Η ιστορία δεν έχει τέλος.
Απέχουμε ακόμα ευτυχώς πολύ από μια κατάσταση σαν εκείνη των αρχών της δεκαετίας του 1930. Όμως είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι οι Ναζί δεν πήραν την εξουσία γιατί τους επευφημούσε μια συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών. Αλλά, γιατί μια απολιτική ή παραιτημένη πλειοψηφία επέτρεψε να καθορίζουν τον δημόσιο λόγο οι φωνακλάδες και οι επιθετικοί. Αυτοί πάλι είχαν ξεκάθαρη στάση κι τούτο ήταν το πλεονέκτημά τους.
Σιωπή των πολλών, εμπρησμοί των λίγων
Οι περισσότεροι Γερμανοί δεν είναι και σήμερα ούτε εχθρικοί προς τους ξένους ούτε ρατσιστές. Ποτέ δεν θα σταματούσαν ένα λεωφορείο για να βρίσουν φοβισμένους πρόσφυγες. Όμως υπάρχει σχέση ανάμεσα στη σιωπή των πολλών και τους εμπρησμούς των λίγων. Σχεδόν κανείς στις μέρες μας δεν θα έβαζε φωτιά σε προσφυγικά καταλύματα, αν δεν ένιωθε τη σιωπηρή συναίνεση εκατομμυρίων άλλων. Αν δεν γνώριζε την αδιαφορία ακόμη περισσότερων εκατομμυρίων.
Όποιος αγαπάει τη Γερμανία, θα έπρεπε τώρα να αρνηθεί τον λήθαργο και να σηκωθεί από τον καναπέ. Διαφορετικά θα καθορίσουν το κλίμα και το πρόσωπο της χώρας μας εκείνοι που κακομεταχειρίζονται τον λαό προς το καλό του μίσους τους. Ο ρατσισμός και το μίσος για τους ξένους δεν παρουσιάζονται εκ γενετής. Ούτε είναι η λογική συνέπεια της προσφυγικής πολιτικής της Άγγελα Μέρκελ. Μπορεί κανείς να έχει πρόβλημα με τις επιλογές της καγκελαρίου και εντούτοις να παίρνει θέση ενάντια στον στιγματισμό, τον ρατσισμό και το μίσος για τους ξένους.
Πρέπει καταρχάς να αλλάξουμε τις επισφαλείς συχνά συνθήκες ζωής όσων ήδη πριν την άφιξη των προσφύγων ένιωθαν ξεχασμένοι. Ελάχιστοι έρχονται στη γη ως ρατσιστές, συχνά είναι οι συνθήκες που τους σφραγίζουν. Μολονότι είμαστε ένα από τα πλουσιότερα έθνη στον κόσμο, επιτρέψαμε να λείπει από εκατομμύρια ανθρώπους η προοπτική μιας καλύτερης, πετυχημένης ζωής. Όχι μόνο στην ανατολή.
Όμως μπορούν να δημιουργηθούν προοπτικές, με την απαραίτητη βούληση και με χρήματα. Χρήματα για παιδεία, για καλύτερη επαγγελματική κατάρτιση, σε μερικές περιπτώσεις και για υψηλότερα επιδόματα ανεργίας. Γι’ αυτό θα χρειαζόταν πολιτική απόφαση και η κοινωνική συναίνεση.
Θα ήταν καλά επενδυμένο χρήμα. Διότι όποιος είναι ευχαριστημένος με τη ζωή του, όποιος ζει ελεύθερος από οικονομικές έγνοιες, δεν αναγκάζεται να προσκολληθεί σε κάτι τόσο έωλο όπως το γερμανικό έθνος.
Και μετά δεν επιτρέπεται, δεύτερον, να σωπαίνουμε. Πρέπει να εναντιωθούμε στους ρατσιστές και στους περιφρονητές της δημοκρατίας. Στον ελεύθερο χρόνο μας, στα κοινωνικά δίκτυα, με διαδηλώσεις στους δρόμους. Σε εποχές σαν τη δική μας απαιτείται ακόμη και στον οικογενειακό κυριακάτικο καφέ πολιτικό θάρρος. Όταν ο θείος για παράδειγμα αερολογεί ξαφνικά για την επαπειλούμενη κατάρρευση του γερμανικού έθνους, δεν επιτρέπεται να κρατάμε το στόμα μας κλειστό. Ακόμα κι αν η υποτιθέμενη ειδυλλιακή ατμόσφαιρα καταστραφεί κι ακόμη κι αν η θεία παρακαλέσει να μη γίνει πολιτική συζήτηση. Για ποιο άλλο θέμα να συζητήσει κανείς, παρακαλώ, στις μέρες μας;
Δεν μπορούμε πλέον να μην έχουμε άποψη. Όποιος παραμένει τώρα διακοσμητικός, δηλαδή αμέτοχος και ασχολούμενος μόνο με τον εαυτό του, δεν δικαιούται να διαμαρτυρηθεί, όταν μια μέρα η χώρα στην οποία ζει, δεν θα είναι πια η δική του χώρα. Σε εποχές σαν τούτη οι πιο μοντέρνες ιδιότητες είναι η στράτευση και το πολιτικό θάρρος. Όλα τα υπόλοιπα είναι επικίνδυνα.
http://www.spiegel.de/politik/deutschland/fluechtlinge-warum-wir-dem-fremdenhass-entgegentreten-muessen-kommentar-a-1079151.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου