ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
«Δεν γνωρίζουμε την
εσωτερική ζωή των γυναικών: λένε τη λέξη “λαμπτήρας” κι όμως γι’ αυτές δεν
σημαίνει το ίδιο που σημαίνει για μας. Οι γυναίκες φαίνονται κατώτερες διότι η
γλώσσα μας δεν είναι φτιαγμένη γι’ αυτές, κι όμως δεν είναι περισσότερο
κατώτερες από έναν Ινδιάνο που δεν έχει προσαρμοστεί στο καπιταλιστικό σύστημα.
Η αφομοίωση των γυναικών είναι κατά πολύ χειρότερη από εκείνη των Εβραίων. Οι
γυναίκες βλέπουν τον κόσμο μας με την ίδια αποξένωση και συχνά βεβαίως με την
ίδια αποστροφή που ο Άγιος Πέτρος κοίταζε τους ρωμαϊκούς ναούς και τα παλάτια
[...]. Η προσαρμογή τους στις μορφές της ανδρικής δικαιοδοσίας κρύβει την
αλλοτρίωσή τους αλλά και τις εμποδίζει να είναι αυτό που θα μπορούσαν να
είναι».
Ernst
Bloch, Ουτοπία και Επανάσταση. Συζητήσεις, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης,
Αθήνα 22007, 44 (οι συζητήσεις έγιναν τον Αύγουστο του 1968 και το
κείμενό τους εκδόθηκε το φθινόπωρο του 1975 στο περιοδικό Telos)
Φυση vs
Πολιτισμος
Γυναικα vs
Ανδρας
Αλογο vs
Ελλογο
Γυναίκες και ληστεία στην πρώιμη
νεότερη περίοδο:
«Ορισμένες φορές ηγούνταν γυναίκες των ληστρικών ομάδων,
όπως συνέβη στη Γρανάδα».
Henry Kamen, Πρώιμη Νεότερη Ευρωπαϊκή Ιστορία,
Μεταίχμιο, Αθήνα 2002, 352.
Michelle Perrot
Εργογραφία
- Les
ouvriers en grève (France, XIXe siècle), Mouton, Paris 1974.
- L’
impossible prison. Recherches sur le système pénitentiaire au XIXe siècle, direction M. P., Seuil, Paris 1980.
- Histoire
de la vie privée, τόμος Δ΄: De la Révolution à la Grande Guerre, direction M. P., Seuil,
Paris 1987.
- L’
Histoire des femmes en Occident, τόμοι Α΄-Ε΄, από κοινού επιστημονική επιμέλεια με τον Georges Duby, Plon, Paris 1991-1992.
- Les
Femmes ou les Silences de l’ Histoire, Flammarion, Paris 1998.
- Les
ombres de l’ Histoire. Crime et châtiment au XIXe siècle, Flammarion, Paris 2001.
Θεματολογία
-
Εργατική τάξη
-
Ιδιωτική ζωή
-
Σωφρονιστικό σύστημα
-
Ιστορία των γυναικών
-
Έγκλημα – παραβατικότητα – τιμωρητικές πρακτικές
Η Perrot θέτει το υποθετικό ερώτημα: εάν οι γυναίκες
ασχολούνταν με την ιστορική έρευνα και γραφή ήδη από τον 19ο αιώνα, και είχε
συγκροτηθεί ως ιδιαίτερη θεματική περιοχή η «Ιστορία των γυναικών», τότε θα
προσέγγιζαν άραγε ως ιστορικοί την ιστορική επιστήμη με διαφορετικό τρόπο;
Σχετικοποιεί το ερώτημα μιλώντας για τη σχετική σημασία του ρόλου του
κοινωνικού φύλου (
gender),
την αναπόφευκτη κυριαρχία του επιστημολογικού παραδείγματος, καθώς και τις
κοινές αντιλήψεις που οδηγούσαν π.χ. τον
Michelet να θεωρεί ότι η σχέση των φύλων συγκαταλέγεται μεν στους
μηχανισμούς ενεργοποίησης της εξελικτικής διαδικασίας, δεδομένου ότι η γυναίκα
εκφράζει τη φύση και ο άντρας τον πολιτισμό,
αλλά
η διείσδυση της γυναίκας στη δημόσια σφαίρα λειτουργεί ως μηχανισμός ανατροπής
της φυσικής και ιστορικής τάξης.
Όμως
στη συνέχεια η θετικιστική ιστοριογραφία αγνοεί τις γυναίκες, ακριβώς επειδή
τις ταυτίζει με την ιδιωτικότητα και την καθημερινότητα που τάχα δεν έχουν
ιστορία.
Το ουσιαστικό
ενδιαφέρον για τον ρόλο των γυναικών και ιδιαίτερα για τη μητριαρχία
αναπτύχθηκε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, κυρίως από την οπτική γωνία της
εθνολογίας – ανθρωπολογίας και σε αναφορά με τα έργα των Bachofen και Morgan, που κίνησαν το κριτικό αλλά και το
ιστορικό-εθνολογικό ενδιαφέρον του Engels
(1820-1895), ο οποίος συνέγραψε την Καταγωγή της Οικογένειας (1884).
Ούτε όμως και
στο νέο πλαίσιο που δημιούργησε κυρίως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η δυναμική
της ολιστικής-δομικής ιστορίας, τα πράγματα βελτιώθηκαν σημαντικά, παρά την
ακαδημαϊκή νομιμοποίηση του σχετικού ενδιαφέροντος, ακριβώς επειδή κυριάρχησε η
προβληματική του γεωγραφικού, του οικονομικού και του κοινωνικού ντετερμινισμού
στη γενικότητά του (π.χ. νοοτροπίες) ή σε αναφορά με τις κοινωνικές τάξεις ως
ολότητες. Σχεδόν αποσιωπήθηκε η διάσταση του κοινωνικού φύλου και ο ιστορικός
προβληματισμός για την ιστορικότητα της οικογένειας, εάν εξαιρεθεί ώς ένα βαθμό
η ιστορική δημογραφία (αναπαραγωγή). Η ιστοριογραφική έλλειψη οδήγησε στη
συγχώνευση του ιστοριογραφικού αυτού ενδιαφέροντος με αντίστοιχα ενδιαφέροντα
άλλων κοινωνικών επιστημών (κατεξοχήν της κοινωνιολογίας) και, κυρίως, με το
ίδιο το φεμινιστικό κίνημα.
Η ανάδυση,
θεσμοποίηση και ανάπτυξη αυτής της θεματολογίας και ερευνητικής
πρακτικής-περιοχής συνδέεται με παράγοντες όπως: (α) η δυναμική της Νέας
Ιστορίας που έδωσε έμφαση στις κοινωνικές αναπαραστάσεις, στα βιώματα, στις
καθημερινές πρακτικές και στις πρακτικές του λόγου, (β) η δυναμική της
ιστορικής ανθρωπολογίας που έστρεψε το ενδιαφέρον στη μελέτη της
οικογένειας και των έμφυλων ρόλων, (γ) η δυναμική των ιδεών της χειραφέτησης
κατά τη δεκαετία του 1960, όπως και των κινημάτων αμφισβήτησης, (δ) η
συγκρότηση εστιών φεμινιστικού προβληματισμού, (ε) η ακαδημαϊκή
θεσμοποίηση της ιστορίας των γυναικών.
Η
Perrot τάσσεται υπέρ μιας
μαξιμαλιστικής θεώρησης της ιστορίας των γυναικών, που δεν βλέπει σε αυτή ένα
ακόμη πεδίο ιστορικής έρευνας, αλλά ένα πρόγραμμα ριζικής ανασυγκρότησης του
τρόπου αντιμετώπισης της ερευνητικής πρακτικής και του αξιολογικού και
μεθοδολογικού συστήματος της ιστοριογραφίας.
Η
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ.
απο τη φεμινιστικη στρατευση στην
ακαδημαϊκη ιστοριογραφια
Εργογραφία
- Michelle Perrot, Les Femmes ou les Silences de l’ Histoire,
Flammarion, Paris 1998.
η
οικιακότητα η φύση
το ιδιωτικό το «αόρατο» το απωθημένο το βουβό «ήμισυ»
- Michelle
Perrot – Georges Duby (και άλλοι), L’ Histoire des femmes en
Occident, τόμοι Α΄-Ε΄, Plon, Paris 1991-1992 (3.000 σελίδες).
Το συνθετικό αυτό έργο δείχνει όχι μόνο τη
συσσώρευση επιστημονικού κεφαλαίου, την περιχαράκωση του επιστημονικού πεδίου
και την ακαδημαϊκή του θεσμοποίηση, αλλά και τις ερευνητικές στρατηγικές.
Η ανάδειξη των αποσιωπημένων
φωνών και εμπειριών της εργατικής τάξης εμπόδιζε την ανάδειξη και του
απωθημένου θέματος των γυναικών. Η ταξική και πολιτική χειραφέτηση θεωρούνταν
υπέρτερης σημασίας αυτής της κοινωνικο-φυλετικής. Προτασσόταν η ολότητα και όχι
η μερικότητα.
Και όταν ακόμη αναδεικνυόταν η γυναικεία παρουσία στην Ιστορία
κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970, αυτό γινόταν με αναφορές είτε σε μια
αφηρημένη κατηγορία «γυναίκες» ή «λαϊκές γυναίκες», που εξεγείρονται, όπως και
στα βιώματα και στις συλλογικές αναπαραστάσεις τους, είτε σε εξαιρετικές ή
χαρακτηριστικές προσωπικότητες γυναικών, οι οποίες συνηθέστατα προέρχονταν από
τους κόλπους της αριστοκρατίας, της αστικής τάξης και της διανόησης, κυρίως
στην περίοδο του Διαφωτισμού. Αυτές, δηλαδή, που αποκτούν, μέσω του ανδρικού ή
του κυρίαρχου ανδρικού λόγου και προτύπου, πρόσβαση στην ορατότητα, στον
δημόσιο χώρο και στον δημόσιο λόγο. Η συνολική ορατότητα των γυναικών έγινε
δυνατή όταν ξεπεράστηκε η διάκριση δημόσιου vs ιδιωτικού, έξω vs
μέσα (κείμενο Muchebled).
Πρωταγωνιστικές-αρχετυπικές
μορφές του αγώνα της ολόπλευρης (σωματικής, πνευματικής και πολιτικής,
κοινωνικής) γυναικείας χειραφέτησης, της «αυτεξουσιότητας», αναδείχθηκαν η
Γεωργία Σάνδη, η Jeanne Deroin, η Eleanor Marx (η κόρη του, που αμφισβήτησε
τον αυταρχικό πατέρα της), η Flora Tristan.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
φιλελεύθερη
ιδεολογική σκοπιά σοσιαλιστική/μαρξιστική σκοπιά ριζοσπαστική σκοπιά
μινιμαλιστική
vs μαξιμαλιστική σκοπιά
Κεφάλαιο: «Από την Πηνελόπη στην
Κλειώ: η αργή ανάδυση της “ιστορίας των γυναικών”», στο: Gérard Noiriel, Τι είναι η σύγχρονη ιστορία;, μτφρ. Μαρία Κορασίδου,
Gutenberg, Αθήνα 2005,
237-240.
Τα πρώτα βήματα στα τέλη της
δεκαετίας του 1970.
Το ζήτημα αρχικά τέθηκε με
όρους απόδοσης ιστορικής δικαιοσύνης: «μια ξεχασμένη κατηγορία, η οποία έπρεπε
να αποκατασταθεί».
Το πλαίσιο είναι κατεξοχήν
αγωνιστικό, κοινωνικο-πολιτικά παρεμβατικό. Στην ακαδημαϊκή θεσμοποίηση
συνέβαλαν: (α) η δυναμική των ιδεών του 1968 και η διεκδικητικότητα του
φεμινιστικού κινήματος, (β) ο δυναμισμός των
Women Studies στις ΗΠΑ. Ενδεικτικό της αλλαγής κλίματος είναι το
γεγονός ότι ιδρύεται το περιοδικό
Penelope. Pour l’ histoire des femmes
(1979), του οποίου η έκδοση διακόπτεται πρόσκαιρα και όταν επανεκδίδεται έχει
πλέον τον τίτλο
Clio. Histoire, Femmes et Societes, αλλαγή εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα σε σημασιολογικό επίπεδο. [Θυμίζει τις αλλαγές τίτλου του
περιοδικού
Annales]. Όπως εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα είναι η τοποθέτηση των συντακτριών των προαναφερθέντων περιοδικών
ότι δεν έχουν ανακαλύψει ένα νέο πεδίο –στην πραγματικότητα ένα
ghetto–, αλλά επιχειρούν μια
νέα προσέγγιση που έχει τη δυνατότητα να διεμβολίσει τον ίδιο τον τρόπο
συγκρότησης και αντίληψης της γνώσης, δείχνοντας μεταξύ άλλων ότι ο διαχωρισμός
των «κοινωνικών φύλων» μοιάζει αόρατος ακόμα και για τις νεωτερικές εκδοχές της
ιστοριογραφίας (
Annales,
δυτικός μαρξισμός: βλ.
Ernst Bloch).
Θέλουν να δείξουν την ιστορική-κατασκευασμένη διάσταση των κοινωνικών φύλων,
απορρίπτοντας την οντολογική-ουσιοκρατική προσέγγιση: τη φυσικοποίηση της
ταυτότητας και των ρόλων.
-
Η έλλειψη πηγών αποτελεί το πρωταρχικό πρόβλημα. Για
την επίλυσή του στρέφονται στη λογοτεχνία και στην προφορική ιστορία.
-
Πρώτα ίδρυση εκδοτικών σειρών, μετά ακαδημαϊκή
θεσμοποίηση.
-
Σε ερευνητικό επίπεδο η ιστορία των γυναικών
εμφανίστηκε προοπτικά σε συνάρτηση με:
(α) την ιστορία του εργατικού κινήματος (Madeleine Guibert)
(β) δημόσια / κοινωνική ζωή των γυναικών
·
Θρησκευτικότητα
·
Μάγισσες
·
Διανοούμενες
·
Φεμινίστριες
·
Προνομιούχες
ομάδες
·
Ακτιβίστριες
·
Πόρνες
(γυναικεία αλλοτρίωση)
·
Ιδιότητα
του πολίτη
·
Πόλεμος
(γ) ιδιωτική σφαίρα των γυναικών (η Anne-Marie Sohn μελετώντας 700
δικαστικούς φακέλους έδειξε τη διαφορά των γυναικείων ρόλων κατά τον 19ο και
20ό αιώνα [1996])
-
Βλ. στην ελληνική βιβλιογραφία τις πρόσφατες
εργασίες της Σαλίμπα και της Χαντζαρούλα
-
Σταθμός η τετράτομη συλλογική έκδοση που
επιμελήθηκαν οι Georges Duby Michelle Perrot,
Ecrire l’ histoire des femmes en Occident (1991-1992).
-
Το συνολικό πλαίσιο της ιστορίας των γυναικών
συγκροτείται στις μέρες μας με την υπέρβαση τεσσάρων διπόλων:
(
α) φύση
vs πολιτισμός
(
β) ιδιωτικό
vs δημόσιο συνάρθρωση λόγων (
discours) και εμπειριών:
(γ) άνδρας vs γυναίκα πώς ο λόγος κατασκευάζει ταυτότητες και
(άλογο) (έλλογο) οπτικές αλλά και διαμεσολαβεί
εμπειρίες
(
δ) οικογένεια
vs εργασία
-
Σήμερα δίνεται έμφαση τόσο σε ό,τι ενώνει
υπερταξικά, διαφυλετικά και διαπολιτισμικά όλες τις γυναίκες όσο και στις
διαφοροποιημένες βιωμένες εμπειρίες ποικιλώνυμων ομάδων και ατόμων: από την
αφηρημένη κατηγορία «γυναίκες» οδηγούμαστε σε συγκεκριμένες ομάδες γυναικών.
-
Δίνεται επίσης έμφαση στις διεργασίες
συγκρότησης της γυναικείας ταυτότητας (Joan Scott), αλλά και των λόγων (discours) περί γυναικών.
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ
Τύποι πόρνης στην πρώιμη νεότερη
περίοδο:
-
η φτωχή πλανόδια (εμποροπανηγύρεις – καπηλειά)
-
η κοινή εκδιδόμενη (πανδοχείο – οίκος ανοχής)
-
η μεμονωμένη γυναίκα ελευθερίων ηθών (που προσαρτούνταν
σε άνδρες για κάποιο χρονικό διάστημα)
-
η εύκολη γυναίκα του χωριού, συνήθως η χήρα (με
αντάλλαγμα ορισμένες εξυπηρετήσεις).
Ωστόσο, η
Εκκλησία εγκαθίδρυε πρακτικές επιτήρησης, όπως ο στιγματισμός με το γράμμα Β με
πυρωμένο σίδερο και ο καταλογισμός τριών ετών φυλάκισης σε όποιον συντηρούσε
πορνείο.
Η
επιτήρηση αυτή ήταν ευκολότερη στις πόλεις, ενώ στα χωριά επικρατούσε
μεγαλύτερη ελευθερία στις σεξουαλικές σχέσεις και πρακτικές.
Ως
«ακολασία» θεωρούνταν «οι εκτός γάμου σεξουαλικές σχέσεις».
Η
γυναικεία
υποκειμενικότητα αρχίζει να αποτυπώνεται και να συγκροτείται σε
προσωπικά
ημερολόγια με συνειδησιοκεντρικό χαρακτήρα στο πλαίσιο του πνευματικού
διαλογισμού και του απολογισμού της ζωής. Σύμφωνα με τον
Muchembled, «το πρώτο παρόμοιο γνωστό
ημερολόγιο είναι της λαίδης Μάργκαρετ Χόμπυ, το οποίο ξεκινά το 1599. Το πρώτο
μισό του 17ου αιώνα καταμετρήθηκαν 23 τέτοια ημερολόγια […]».
Τα
ημερολόγια αυτά κρύβονταν για να μη πέσουν στα περίεργα και δεσποτικά βλέμματα
των ανδρών και συχνά καταστρέφονταν από τις ίδιες τις γυναίκες. Αντίθετα, η
ανδρική
υποκειμενικότητα ενσαρκώθηκε σε «πραγματική αλυσιδωτή έκρηξη συγγραφής
αυτοβιογραφιών», σε συνδυασμό με την επιστολογραφία και την προσωπογραφία στη
διάρκεια του 16ου αιώνα και δεν είναι άσχετη από το «αυξανόμενο ενδιαφέρον για
ενδοσκόπηση».
Αυτή «αφορά περισσότερο
τα εύπορα στρώματα, αλλά και οι πληβείοι δεν είναι διόλου σπάνιοι»:
ράφτες, ξυλουργοί, τεχνίτες, στρατιώτες, αγρότες. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα
η αυτοβιογραφία-απομνημόνευμα της Μάργκαρετ του Βαλονά, αδελφής των βασιλέων
Φραγκίσκου Β΄, Καρόλου Θ΄ και Ερρίκου Γ΄.
ΓΥΝΑΙΚΕΣ και ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ως αρχετυπική μορφή ολικής και
πολιτισμικής ιστορίας το έργο του Ηροδότου δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα και
ευρύτερη σημασία στη σχετικά στατική έννοια του χώρου, υποβαθμίζοντας
αναπόφευκτα τη δυναμική έννοια του χρόνου,
εν
αντιθέσει με τον Θουκυδίδη.
Απεναντίας, η σχέση χώρου – χρόνου αντιστρέφεται στον Θουκυδίδη, καθώς αυτό που
έχει σημασία σε αυτόν είναι η σύλληψη της αιτιώδους συνάφειας και ακολουθίας
των γεγονότων ενός πρωτόγνωρου πολέμου (αιτία / χρόνος), που δεν μπορεί να
είναι ανεξάρτητη από τη διαδοχή και την πύκνωσή τους σε μια γραμμική κλίμακα
που οδηγεί από μια αρχή μέσω μιας αφηγηματικής πλοκής σε ένα σαφώς προσδιορισμένο
τέλος.
Σύμφωνα με τον
Jean Lacouture, ιδρυτική φυσιογνωμία της
«άμεσης ιστορίας» (1963), ο πρώτος θιασώτης της άμεσης ιστορίας ήταν ο
Θουκυδίδης, στοιχείο που επιτρέπει να εννοήσουμε την οργανική σχέση που είχε η
προ-επιστημονική ιστοριογραφία με το παρόν. Κατά τη γνώμη του, «όπως ο
Θουκυδίδης εδώ και είκοσι πέντε αιώνες, ο σημερινός μελετητής που ασχολείται με
την “άμεση ιστορία” πραγματοποιεί ένα τετραπλό εγχείρημα [που προσιδιάζει στη
δημοσιογραφία]: ρεπορτάζ, ταξινόμηση, μοντάζ, εκλογίκευση».
Η ιδιαίτερη
έμφαση που δίνει ο Ηρόδοτος σε αφηγήσεις της δράσης γυναικών δεν είναι καθόλου
ασφαλής δείκτης για την ύπαρξη μιας νοηματοδοτικής δομής που αποδίδει
συμμετρική σημασία στα δύο φύλα στην πορεία του πολιτισμού. Δεδομένου ότι η
εθνογραφική προσέγγιση του Ηροδότου θεμελιώνεται πάνω σε δύο διπολικότητες
«έλληνας vs βάρβαρος» /
«άνδρας vs γυναίκα», όπου ο
πρώτος πόλος θεωρείται σημαντικότερος από τον δεύτερο· δεδομένης επίσης της
ελληνοκεντρικής αφετηρίας της ηροδότειας ιστοριογραφίας· δεδομένου, τέλος, ότι
τα πλείστα παραδείγματα ιστορικής παρουσίας γυναικών, αλλά και αντιμετάθεσης
ρόλων (Αρτεμισία <=>
Ξέρξης) προέρχονται από τον βαρβαρικό κόσμο, είναι ευνόητο να εικάσουμε ότι η
εθνογραφική εστίαση της εικόνας στο διαφορετικό, το αλλόκοτο και το παράδοξο
δεν συνιστά καθόλου και αμφισβήτηση, αντιστροφή της οντολογικοποιημένης
ανισοτιμίας που διέπει τη σχέση ανδρών και γυναικών στον ελληνικό κόσμο.
Σύμφωνα με την
Dewald, οι αναφορές του
Ηροδότου στις γυναίκες μπορούν να ταξινομηθούν και να ποσοτικοποιηθούν
αναδεικνύοντας συγκεκριμένες νοητικές δομές και κοινωνικο-πολιτισμικές
ιεραρχίες. Η μέτρησή τους οδηγεί (α) σε 128 χωρία που αφορούν «γυναίκες οι
οποίες δεν δρουν», βιώνοντας παθητικά τα ιστορικά δρώμενα, και (β) σε 212 χωρία
που αναφέρονται σε «γυναίκες που δρουν είτε ως μέρος μιας ομάδας είτε ατομικά,
επιτελ[ώντας] πράξεις που συμπληρώνουν και εξισορροπούν τις πράξεις των ανδρών
τους […]»,
και διαφυλάσσοντας τον
νόμο, τα παραδεδομένα κοινωνικά και πολιτισμικά θέσμια. Υπάρχει, τέλος, και μια
τρίτη κατηγορία γυναικών που δρουν δημοσίως ως άτομα (22 περιπτώσεις)
ενισχύοντας τις παραδοσιακές αρχές, καθώς και αναφορά σε 62 γυναίκες που ο
ρόλος τους σχετίζεται με τη θεϊκή τάξη.
Η άποψη αυτή
αντιβαίνει προς τη μαξιμαλιστική ανάγνωση του έργου του Ηροδότου από την
προοπτική της γυναικείας ιστορικής παρουσίας, σύμφωνα με την οποία ο Ηρόδοτος
«παρουσιάζει μια εικόνα του κόσμου στην οποία οι γυναίκες κατέχουν κεντρική
θέση σε όλες τις πολιτισμικές και κοινωνικές σχέσεις».
Κατά τους υποστηρικτές αυτής της ερμηνευτικής
γραμμής, η καινοτομία της ηροδότειας προσέγγισης προκύπτει από το
πολιτισμικο-σχετικιστικό πλαίσιο και το εθνογραφικό πρόταγμα που δεν προσγράφει
στη φύση τα χαρακτηριστικά των κοινωνικών ομάδων, αλλά στο νόμο, στις
πολιτισμικές έξεις και στα θέσμια κάθε κοινωνίας και εποχής.
Αναμφίβολα, η καθοριστικότητα των πολιτισμικών έξεων είναι το ερμηνευτικό
κλειδί για την κατανόηση της ισοτιμίας ανδρών – γυναικών στο πεδίο της μάχης
στην περίπτωση φυλών όπως οι Μασσαγέτες και οι Σαυρομάτες.
Υπερβαίνοντας, ωστόσο, το πλαίσιο των νοηματοδοτήσεων και των ιεραρχιών που τις
συνοδεύουν, καθώς και τη σχετικιστική προοπτική, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι
ο βασικός κοινωνικός ρόλος των γυναικών, όπως αυτός αποτυπώνεται στις αφηγήσεις
του Ηροδότου, είναι η κοινωνική αναπαραγωγή, η διαφύλαξη και η διαιώνιση των
ιεραρχιών και των κανόνων. Για να τονίσει το συντηρητικό αυτό ρόλο ο Ηρόδοτος
συχνά επιλέγει την πρισματική προσέγγιση, δηλαδή τον εστιασμό στο μικρό και
ασήμαντο, ώστε μέσα από αυτό να αναδειχθεί το σημαντικό.
Σε
αρκετές ακόμα περιπτώσεις, οι γυναίκες (βασίλισσες), φορείς κανονιστικών αρχών
και προτύπων, που αμφισβητούνται εμπράκτως από τους άνδρες (βασιλείς),
λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο του ίδιου δομικού σχήματος ως η αρχική δύναμη που
οδηγεί στην καταστροφή των ανδρών τους (περίπτωση Κανδαύλη, Κροίσου, Ξέρξη).
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ
Γυναίκες και δούλοι «μπαίνουν μαζί» για πρώτη φορά στην Ιστορία στην
αφήγηση της πολιορκίας της Κέρκυρας όταν και τάσσονται στο πλευρό των
δημοκρατικών.
Όμως η εμφάνιση των γυναικών (και των
δούλων), δύο κατεξοχήν σιωπηλών και υποτελών κοινωνικών ομάδων, στο ιστορικό
προσκήνιο, δεν επέχει θέση καταγραφής της παρουσίας ενός νέου ιστορικού
υποκειμένου, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την ιστορική αντίληψη του Θουκυδίδη, ο
αποφασιστικός παράγοντας της ιστορικής εξέλιξης είναι η λήψη αποφάσεων και η
δράση/αντίδραση αυτών που από τη φύση είναι επιφορτισμένοι με την πολιτική και
στρατηγική ευθύνη της διακυβέρνησης, δηλαδή των ανδρών. Η εμφάνιση των γυναικών
(και των δούλων) στην ιστοριογραφική σκηνή είναι, κατά τον Θουκυδίδη, ένα
παράδοξο και οριακό γεγονός, συνδέεται με τον έσχατο κίνδυνο που διατρέχει η
πόλη (Κέρκυρα) και στην περίπτωση των δούλων συνδέεται και με προφανή
ανταλλάγματα. Δεν πρόκειται για μια κανονικότητα, για κάτι συνηθισμένο.
Γενικότερα, στο έργο του Θουκυδίδη η ιδεοτυπική μορφή ιστορίας του παρόντος
χρόνου παραδειγματικής ιστορικής νοηματοδότησης αποτυπώνεται ανάγλυφα και με
ποσοτικά στοιχεία η περιθωριοποιημένη θέση των γυναικών, αφού οι αναφορές σε
αυτές σε όλη την έκτασή του κυμαίνονται, σύμφωνα με τους ερευνητές, από 6 έως
20 περίπου.
Απεναντίας, στο ιστοριογραφικό έργο του Ηροδότου, ιδεοτυπική μορφή ολιστικής
ιστορίας του πολιτισμού, «οι γυναίκες κατέχουν εξέχουσα θέση [...]. Συμμετέχουν
σε όλες τις δραστηριότητες [...]: κυβερνούν βασίλεια, γεννούν ή ανατρέφουν
βασιλικούς γόνους, λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις, ιδρύουν μαντεία, κάνουν απλές
δουλειές, πέφτουν θύματα του πολέμου, εκδικούνται και συμμετέχουν στις μάχες».
Στην πραγματικότητα, όμως, «οι γυναίκες επιτελούν [...] αυτές τις
δραστηριότητες σε μικρότερη κλίμακα απ’ ό,τι οι άνδρες, κυρίως όταν πρόκειται
για τον πολιτικό ή στρατιωτικό τομέα· σε άλλες περιπτώσεις συμβάλλουν
περισσότερο απ’ ό,τι οι άνδρες, ιδιαίτερα όταν αναλαμβάνουν ευθύνες για την
τήρηση θρησκευτικών καθηκόντων ή για τη διατήρηση της κοινωνικής σταθερότητας».
Χωρίς να διεκδικούν θέση ισοτιμίας, οι γυναίκες εμφανίζουν πολύ συχνότερα τον
δημόσιο ρόλο τους στο ιστοριογραφικό έργο του Ηροδότου ακριβώς επειδή ο
δημόσιος αυτός ρόλος δεν σχετίζεται αποκλειστικά με το Πολιτικό, αλλά κυρίως με
τους συνεκτικούς κοινωνικούς δεσμούς, την αναπαραγωγής, την οικογένεια, τη
θρησκευτικότητα, την παράδοση. Στην ουσία των πραγμάτων οι ίδιες ιεραρχικές
δομές νοήματος διατρέχουν τόσο το έργο του Ηροδότου όσο και αυτό του Θουκυδίδη.
Η διαφοροποίηση είναι μάλλον στατιστικής τάξεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου